Με τον Γιώργο Γεωργιάδη, από καιρό λέγαμε να πάμε να δούμε το εν λόγω Φαράγγι και η ευκαιρία μας δόθηκε την Κυριακή 24/4/16. Η παρέα εκτός του Γιώργου περιελάμβανε τον Γεράσιμο Κρεμμύδα, τον Βαγγέλη Μαρκόπουλο, τον Ανδρέα Παπαγεωργίου, τον Θανάση Πλαβούκο κι εμένα, τον Άγγελο Βλαχόπουλο.
Με αναχώρηση στις 07:00’ από Αθήνα και με δεδομένο ότι κανείς από μας δεν είχε ξαναπάει στο Μικρό Χελμό, υπολογίσαμε ότι θα πρέπει να έχουμε βγει νωρίς το απόγευμα, αλλά χωρίς να αποκλείουμε τις καθυστερήσεις και τα μπερδέματα στις προσβάσεις με το πλέγμα των χωματόδρομων που υπάρχουν στην περιοχή. Έτσι δεν χάσαμε καθόλου χρόνο σε στάσεις για καφέδες και λοιπές λιχουδιές και συγκεντρωμένοι φτάσαμε νωρίς-νωρίς στον σταθμό του οδοντωτού «Νιάματα» που αφήσαμε το κάτω αυτοκίνητο σε ένα άνετο χώρο στάθμευσης δίπλα στον Βουραικό.Για να φτάσει κανείς εκεί, ακολουθεί για λίγη απόσταση χωμάτινο ομαλό δρόμο, που κοντά στο Σταθμό, στρίβει δεξιά για τον οικισμό Σταυριά και το χωριό Μαμουσιά.
Είχαμε αποφασίσει να χρησιμοποιήσουμε περισσότερο τον ασφάλτινο δρόμο για να ανέβουμε μέχρι τα χωριά πάνω και να μπούμε στους ορεινούς δρόμους μόνο αν δεν γινόταν διαφορετικά. Να επιστρέψουμε δηλαδή στο Διακοφτό και να πάμε γύρω-γύρω, όμως ένας ποδηλατικός αγώνας μας ανάγκασε να αλλάξουμε τα σχέδιά μας και μπηκαμε στους χωματόδρομους, ή μάλλον δεν βγήκαμε καθόλου , στην πορεία μας πρός την έισοδο του Φαραγγιού.
Κάπου εκεί είχαμε την ατυχία να σκάσει το λάστιχο του Τζιπ του Γιώργου και γεμίσαμε τον τόπο σακίδια και υλικά για να βγάλουμε από τον πάτο του χώρου αποσκευών την εφεδρική ρόδα και να αλλάξουμε το ελαστικό.
Χωρίς να πτοηθούμε και με ελάχιστη καθυστέρηση, φτάσαμε στο σημείο που θα αφήναμε το πάνω αυτοκίνητο, όμως εκεί ήταν που ο Γιώργος επέλεξε να μην ακολουθήσει, αλλά να ψάξει να βρεί στην περιοχή Βουλκανιζατέρ για να επισκευάσει το λάστιχο ώστε να μην έχει να ταξιδέψει όλο το γυρισμό με το όριο των 80χλμ της ρεζέρβας.
Ξεκινήσαμε να κατεβαίνουμε οι πέντε μας πια, στις απότομες κατηφοριές ακολουθώντας μονοπατάκια ζώων που μας πέρασαν αναγκαστικά από χαμηλά και στενά θαμνώδη περάσματα που μας γρατζούνησαν λιγάκι μιάς και λόγω ζέστης, δεν είχαμε φορέσει τις στολές για την πορεία.
Φτάσαμε στην κοίτη 1300μέτρα και 40 λεπτά αργότερα, η οποία μας υποδέχθηκε στολισμένη με νεράκι αρκετό για να ομορφύνει το τοπίο, αλλά οριακά για χρήση πλήρους στολής κατάδυσης. Θα μπορούσαμε να φοράμε νεοπρέν κάτω και από πάνω ρούχα και ένα αδιάβροχο για όπου θα χρειαζόταν. Προσωπικά φόρεσα το σακκάκι της στολής, χωρίς να κλείσω καθόλου το φερμουάρ, μιας και σε περιγραφές που διαβάσαμε δεν είδαμε να κάνει βαθειές βάθρες και υδρολογικά φαινόμενα σε κάποιο σημείο.
Όντως αρχίσαμε τις απανωτές μικρές καταβάσεις που κατέληγαν πάντα σε αβαθή νερά, και συνεχίσαμε αντικαθιστώντας μερικές από τις ιμαντένιες ασφαλίσεις με μεταλλικά στοιχεία, όπου θεωρήσαμε ότι έχουν καταπονηθεί από τον χρόνο και την ηλιοφάνεια.
Βρίσκοντας τα βιομηχανικά βύσματα τοποθετημένα σε καλό ποιοτικά βράχο, δεν χρησιμοποιήσαμε τρυπάνι, παρά μόνο στην προτελευταία 17μετρη κατάβαση, στην οποία εγκαταστήσαμε αλυσίδα.
Συναντήσαμε μία κατάβαση των 32μέτρων μία 17 και όλες οι άλλες ήταν 12-13μέτρα και κάτω, σύνολο 23-24, αν περιλάβουμε και μία-δύο που ενώ είχε αγκύρωση, δεν βάλαμε σχοινί. Δεν υπήρχαν ιδιαίτερες τεχνικές δυσκολίες ούτε αρνητικοί καταρράκτες και γενικά ήταν ένα όμορφο πεδίο με λίγο περπάτημα από το πρώτο ραπέλ και μετά. Καλύτερα όμως να αφήσω τις φωτογραφίες να αναδείξουν τα τοπία.
Φτάνοντας στο τέλος των τεχνικών καταβάσεων βρεθήκαμε κάτω από μία από τις πολλές γέφυρες του τραίνου, στον επιβλητικό Βουραικό που κατέβαζε πολύ νερό, φτιάχνοντας έντονα υδρολογικά φαινόμενα σε βάθρες που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για την εκπαίδευση, αν βέβαια ληφθούν τα ανάλογα μέτρα ασφαλείας, γιατί σε περίπτωση παράσυρσης τα πράγματα θα ήταν πολύ επικίνδυνα.
Ανεβήκαμε στις ράγες του οδοντωτού και ξεκινήσαμε την πορεία των τριών χιλιομέτρων που μας χώριζαν από το σταθμό «Νιάματα» και το κάτω αυτοκίνητό μας. Το ποτάμι από κάτω μας έκανε τη διαδρομή μας πολύ συναρπαστική πότε βροντώντας σε καταρράκτες και στροφές και πότε κελαρίζοντας ήσυχα ανάμεσα στα βράχια.
Σε καμιά ωρίτσα με την ησυχία μας, φτάσαμε στο αυτοκίνητο, όπου βρήκαμε σημείωμα του Γιώργου που μας έγραφε ότι το λάστιχο δεν επισκευαζόταν, ούτε βρήκε να το αντικαταστήσει, οπότε αναχώρησε για Αθήνα σιγά-σιγά. Κρίμα για το φίλο μας που τόσο ήθελε να δούμε παρέα το Μικρό Χελμό και τελικά ούτε στην ταβέρνα μετά δεν καθίσαμε να τα πούμε. Σε μια επόμενη εξόρμηση Γιώργο!
Monthly Archives: April 2016

Σπηλαιολογία στο Βάραθρο Τσικουρέλι
Το Σάββατο 16/4/2016 επισκεφθήκαμε το σπηλαιοβάραθρο Τσικουρέλι στο Ν. Βοιωτίας, το οποίο πρωτοεξερεύνησαν μέλη του συλλόγου το 2011 κι από τότε δεν έτυχε να το επισκεφθούμε ξανά. Continue reading
Σπηλαιολογία – Βάραθρο Μονής Αστερίου
Συναντηθήκαμε το Σάββατο 9/4/16 κατά τις 11:00’ στο γνωστό σημείο στάθμευσης με την δεξαμενή, απ’ όπου ξεκινάει ο χωματόδρομος που οδηγεί στο σπήλαιο, ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, η Νιόνια Μαλεφάκη, ο Παναγιώτης Γεωργίου, ο Τάκης Καπλαντζής και ο γράφων, Άγγελος Βλαχόπουλος, για να κάνουμε την κατάβαση. Αυτή τη φορά την μύηση της «Νεοφώτιστης» Νιόνιας ανέλαβε ο Παναγιώτης κι έτσι είχα την ευκαιρία να κατέβω στα στενώματα με τα υπόλοιπα παιδιά.
Αρματώσαμε με τον Γεράσιμο διπλή την πρώτη κατάβαση για να μπορούν εύκολα οι δύο να δουλέψουν τις τεχνικές και φύγαμε για κάτω. Κατά πόδας κι ο Τάκης, ενθουσιασμένος που θα έμπαινε σε πιό προχωρημένα πράγματα, μας πρόλαβε ενώ δέναμε την πρώτη μετά το μεγάλο πατάρι κατάβαση και δεν βρήκε δυσκολία στην πρώτη αυτή στενή σχοινιά. Άλλωστε το συζητούσαν πολλή ώρα με τον Γεράσιμο, που το είχε ξανακάνει και μπήκε έτοιμος για όλα! Με πειράγματα του τύπου, μην σφίγγεσαι πολύ κι έχουμε θέματα και άλλα τοξικότερα, φτάσαμε στο πρώτο πατάρι και πολύ γρήγορα στο τελευταίο. Continue reading
Ορεινή Ναυπακτία, Σαββατοκύριακο 2-3/04/16
Το Σαββάτο 2 Απριλίου ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, ο Διονύσης Δρίλλιας, ο Ξενοφώντας Ντάνης και ο γράφων, ο Άγγελος Βλαχόπουλος, πήγαμε για να εξερευνήσουμε ένα φαράγγι στην περιοχή που ήδη έχουμε εξερευνήσει το φαρ. Της Σεργούλας σε δύο τμήματα, το Πύργου και της Απάνω Κόκας. Το συγκεκριμένο ονομάζεται Ροδόρεμα και δεν περιμέναμε να είναι πολύ ενδιαφέρον και κυρίως να έχει νερό, αλλά είναι μέσα στην ευρύτερη περιοχή και οι κάτοικοι των γύρω χωριών δεν επιχειρούν να μπουν να το κατέβουν λόγω της πολύ απότομης κλίσης του εδάφους και των κατακερματισμένων πετρωμάτων που δημιουργούν ασταθές πεδίο και σάρες.
Αυτό που μας έκανε εντύπωση και μας έβαλε στη διαδικασία να το εξερευνήσουμε, είναι τα 400μ περίπου υψομετρικής διαφοράς μεταξύ εισόδου και εξόδου, μέσα σε ένα ολικό μήκος 1 χλμ περίπου.
Μοιράσαμε τα βάρη στα σακκίδια παίρνοντας αρκετές ασφάλειες μονού κρίκου και μερικές αλυσίδες, τα ανάλογα βύσματα και βέβαια τρυπάνι με δύο μπαταρίες, τρία σχοινιά και ότι άλλο απαραίτητο και ξεκινήσαμε την κατάβαση περίπου στις 11:00. Με τη βοήθεια του φίλου Θοδωρή Μόραλη που μένει στη Ναύπακτο, δεν χρειάστηκε να φέρουμε από την Αθήνα ούτε δεύτερο αυτοκίνητο, ούτε να κάνουμε ανάκληση του πάνω αυτοκινήτου. Ανεβήκαμε όλοι μαζί στα υψίπεδα με τις ανεμογενήτριες απ’ όπου ξεκινάει η ρεματιά, μας συνόδεψε μέχρι τις πρώτες απότομες καταβάσεις και μετά έφυγε με το αυτοκίνητο και μας συνάντησε στην έξοδο κάτω στις 14:15’.
Το πρανές άρχισε αμέσως να γίνεται πολύ απότομο και γλιστερό, όχι από νερό, αλλά από το ότι δύσκολα βρισκόταν γερός βράχος και στέρεο έδαφος να στηριχτούμε. Ήταν γενικά ανοιχτό με κάποια στενά σημεία στα οποία φαινόταν ότι έτρεχε νερό κάποιες φορές, όχι όμως ορμητικό, ώστε να καθαρίσει την κοίτη από τα φερτά. Αυτό βέβαια είχε σαν αποτέλεσμα να υπάρχουν δένδρα και βλάστηση που μας βοηθούσαν να βρίσκουμε φυσικές δεσιές.
Συναντήσαμε 14 καταβάσεις που χρησιμοποιήσαμε σχοινί, όλες δενδροδεσίματα, εκτός από μία, στην οποία τοποθετήσαμε πλακέτα. Είχαν ύψος από 3 έως 7μέτρα και οι ελεύθερες καταβάσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. Σε κάποια στιγμή συναντήσαμε το Ρέμα του Μάζη, μέσα στο οποίο πέφτει το Ροδόρεμα, που γνωρίζαμε ότι είναι απότομο κι αυτό αλλά βατό, και μετά από λίγο φτάσαμε στο δρόμο που τερματίσαμε.
Όλα πήγαν καλά εκτός από μερικά στραβοπατήματα που ήταν φυσικό να συμβούν και συνεχίσαμε τη μέρα μας ερευνώντας την περιοχή για να αποφασίσουμε για τη δράση της επόμενης μέρας. Φυσικά, αργότερα κατεβήκαμε από το βουνό, φάγαμε σε ταβέρνα της περιοχής και μετά ανεβήκαμε για ύπνο στις σκηνές μας στην αυλή του παλιού σχολείου της Σεργούλας.
Την Κυριακή 3 Απριλίου, την αφιερώσαμε στην έρευνα για άλλα φαράγγια και όντως βρήκαμε ένα στην περιοχή του φράγματος του Μόρνου, αλλά όταν ανεβήκαμε και μετά από αρκετή προσπάθεια μπορέσαμε να δούμε την κοίτη του, διαπιστώσαμε ότι κάνει πολύ μικρές καταβάσεις και κάποιες βάθρες που φαίνονται πολύ όμορφες και καθαρές, αλλά δυστυχώς όπως διασταυρώσαμε και με ντόπιο βοσκό, δεν έχει τεχνικό ενδιαφέρον. Κάναμε όμως το περπάτημά μας και μετά συνεχίσαμε με το αυτοκίνητο προς την Γκιώνα, περάσαμε από τα στενά ανάμεσά της και τα Βαρδούσια, θαυμάσαμε το τοπίο της Ορθοπλαγιάς με το αναρριχητικό πεδίο, γευματίσαμε σε ένα από τα χωριουδάκια που συναντήσαμε και τελικά πήραμε το δρόμο της επιστροφής.