Μιας και λόγω Ροσκάς θα βρισκόμασταν στην περιοχή στις 3/8ου, είπαμε οι πιό παθιασμένοι με την εξερεύνηση αυτού του σπηλαίου, εγώ κι ο Κώστας Αναγνώστου, να αφιερώσουμε τη επόμενη μέρα μας στην εξέλιξη της έρευνας και χαρτογράφησής του.
Είχαμε σταματήσει στα 180 μέτρα, σε πνιγμένη μακρόστενη αίθουσα με ένα τριγωνικό πέρασμα δεκα-δεκαπέντε εκατοστά ύψος και λίγα περισσότερα φάρδος και είχαμε σκοπό να κατεβάσουμε το επίπεδο του νερού, για να περάσουμε.
Ξεκινήσαμε σκάβοντας την κοίτη σε σημεία που είχε μαζέψει φερτά μερικώς στερεοποιημένα-λιθοποιημένα από τα άλατα, που έφτιαχναν φράγματα, ανεβάζοντας τη στάθμη. Μετά από τρείς-τέσσερις ώρες, δουλεύοντας αναγκαστικά σκυφτοί και μέσα στα νερά, διοχετεύσαμε τη ροή σε ένα χαράκι που βρίσκεται στα 150 μέτρα από την είσοδο και χάνεται σε μικρό ρήγμα, προς τα έγκατα. Φτιάξαμε τελικά, ένα άνετο πέρασμα, από το οποίο χωρούσε το κράνος με το σαγόνι μας να είναι σχεδόν εκτός νερού, με το σώμα ξαπλωτό μέσα στο νερό. Αυτό το κενό που βλέπαμε πίσω από το τριγωνικό παραθυράκι, δυστυχώς συνεχίζει σε ρηχό πέρασμα και χαμηλώνοντας η οροφή, ξανασταματάει είκοσι μέτρα πιό μέσα, συναντώντας το νερό.
Μια πολύ ευχάριστη έκπληξη, ήταν η παρουσία Niphargus και μάλιστα σε ικανό πληθυσμό, στις πρώτες βάθρες, που την προηγούμενη φορά που πήγαμε, ήταν πολύ θολές για να τα δούμε. Είναι ένα Σπηλαιόβι γαριδάκι, μήκους ενός εκατοστού περίπου, λευκό και τυφλό.
Η διαμόρφωση, όπως και η μηδενική ροή αέρα, δηλώνουν ότι δεν υπήρχε επικοινωνία με τα ενδότερα, που είναι σίγουρο ότι υπάρχουν, αλλά μάλλον ο μόνος τους επισκέπτης δύναται να είναι το υγρό στοιχείο.
Βγήκαμε καταλασπωμένοι και βρεγμένοι ως το κόκκαλο, αλλά ικανοποιημένοι , έχοντας κλείσει μια ακόμη σπηλαιολογική εκκρεμότητα.