Βάραθρο Μηλέα 2&3/7/16

Δεν πάνε πολλές μέρες που μας ήρθε πρόσκληση από τον φιλικό μας σύλλογο ΣΠΕΛΕΟ, που έλεγε ότι ότι πήγαν ομάδες και αρματώματος και χαρτογράφησης σ’ αυτό το σπήλαιο που βρίσκεται στο Μαυροβούνι πάνω από το χωριό Κάδδι Ευβοίας και μας καλούσαν να το δούμε κι εμείς.
Δράττοντας λοιπόν την ευκαιρία, ξεκινήσαμε εγώ ο Βλαχόπουλος Άγγελος, με τον Απόλλωνα Θρασυβουλίδη και τον Αλέξανδρο Τσεκούρα το Σάββατο το πρωί για να κατέβουμε ίσως και όλο το σπήλαιο, αν οι φίλοι μας είχαν προλάβει να το αρματώσουν όλο.
Φτάνοντας στον κατασκηνωτικό χώρο στη Βρωμονέρα, είδαμε μπόλικες σκηνές και κόσμο, που βρίσκονταν σ΄ αυτή την έντονη κινητικότητα που βλέπει κανείς σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Το αντάμωμα με παλιούς φίλους και γνωστούς να ξεφυτρώνουν πίσω από δέντρα και μέσα από σκηνές πλαισιώθηκε με τις ανάλογες πλάκες, αγκαλιές, φιλιά και λοιπές διαχυτικότητες.
Γρήγορα καταλάβαμε ότι κανείς δεν βιαζόταν ιδιαίτερα να ξεκινήσει, γιατί τα παιδιά είχαν οργανώσει τις ομάδες έτσι ώστε να παραμείνουν αν χρειαζόταν και όλο το βράδυ μέσα μέχρι να τελειώσουν, πράγμα που όντως έγινε για αρκετούς από αυτούς.
Μόνο η ομάδα που θα τοποθετούσε τις αγκυρώσεις έφυγε πρώτα απ’ όλους κι έτσι ήπιαμε έναν καφέ ακόμα τσιμπήσαμε και κάτι και μεσημέρι πιά οι τρείς μας πλησιάσαμε στην επιβλητική αψίδα της εισόδου του σπηλαίου.
Το ποταμάκι της Μηλίτσας με την ξερή αυτή την εποχή κοίτη, χύνεται στην καταβόθρα που έχει λεία τοιχώματα σμιλεμένα από τις νεροποντές. Τα τεχνικά κατεβάσματα ξεκινούν με πέντε-έξι συνεχόμενες δεσιές κάπου 60 μέτρα συνολικά, καταλήγοντας σε μεγάλες αίθουσες με λάσπες στα πλάγια, πολλές φορές μεγάλου ύψους, δείγμα ότι κατα περιόδους τα φερτά έχουν γεμίσει τον χώρο. Όμως όπως είναι φυσικό, άλλες επόμενες καταιγίδες έχουν κόψει τη λάσπη αφήνοντάς τη μόνο στα πλάγια και έχουν καθαρίσει τα βράχια στον πάτο του σπηλαίου, φανερώνοντας τις γλυφές και τα σχήματα που κάνουν τον σπηλαιολόγο να φαντάζεται τις ισχυρότατες δυνάμεις που χρειάζονται για να σκαλιστούν όλα αυτά.
Κάπου στα 80 μέτρα βάθος σχηματίζεται ένα σιφωνοειδές λαγούμι που όπως κάθε χρονιά και φέτος το βρήκαν βουλωμένο από αμμοχάλικα και οι πρώτες αποστολές του ΣΠΕΛΕΟ, είχαν μοναδικό στόχο να σκαφτεί αυτό το πέρασμα για να συνεχιστούν οι σπηλαιολογικές εργασίες. Ακολουθεί ένας μακρύς διάδρομος με ύψος οροφής 40-50 εκ και μετά ξαναρχίζουν τα κάθετα σημεία, με αποκορύφωμα μία μονοκόμματη κατάβαση 50 περίπου μέτρων. Φτάσαμε στα -200μ και εκεί συναντήσαμε την κάτω ομάδα χαρτογράφησης και την ομάδα αρματώματος να στήνει μία τραβέρσα. Από κοντά ήρθε και η ομάδα φωτογράφησης και καθήσαμε σε μιά άκρη να τσιμπήσουμε κάτι, βγάλαμε φωτογραφίες και τους αφήσαμε να συνεχίσουν το έργο τους. Βγήκαμε πρίν σκοτεινιάσει και εύκολα βρήκαμε τον δρόμο για το αυτοκίνητο μισό χιλιόμετρο πιό πέρα.
Την Κυριακή περιμέναμε να έρθουν άλλα τέσσερα άτομα από τον Θησέα, ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, ο Τάκης Καπλαντζής, η Νιόνια Μαλεφάκη, και η Έλενα Χριστοπούλου, που έφτασαν κατά τις !0:00’ και μας βρήκαν να πίνονουμε καφέ με τους υπόλοιπους. Αρκετοί βγήκαν ξημερώματα, όπως είχαν υπολογίσει.
Μάς είπαν και τα νέα από το αρμάτωμα, που το είχαν φτάσει σχεδόν στο τέρμα, εκεί που όλα τα σπήλαια της περιοχής, τουλάχιστον τα τέσσερα πολύ γνωστά μας, σταματούν στον υδροφόρο ορίζοντα του Μαυροβουνίου, γύρω στα -300μέτρα, συναντώντας τον λασπώδη βυθό λιμνών που δυστυχώς δεν μπόρεσαν να προσπελάσουν οι δύτες που προπάθησαν να το κάνουν, μέχρι σήμερα.
Μετά από τις συστάσεις και τα καλημερίσματα ξεκινήσαμε για το σπήλαιο. Ο Απόλλωνας, ο Γεράσιμος κι ο Τάκης έφυγαν με φόρα για να το πατώσουν κι ο Αλέξανδρος κι εγώ καθήσαμε με τα κορίτσια να έχουμε το νού μας γιατί η Έλενα δεν είχε ξαναμπεί σε μεγάλο σπήλαιο ξανά και έκατσε στα πρώτα κατεβάσματα, ενώ η Νιόνια εύκολα έφτασε μαζί μας μέχρι το σιφώνι και περάσαμε και το μακρύ διάδρομο. Περιπλανηθήκαμε στις αίθουσες, βγάλαμε φωτογραφίες και ξεκινήσαμε για πάνω, όπου και στα τελευταία σχοινιά μας πρόλαβαν οι τρείς φίλοι μας ανεβαίνοντας από τα -260μέτρα περίπου. Θα αφήσω τις φωτογραφίες να μιλήσουν για τα υπόλοιπα.
Το άρθρο αφιερώνεται στους πιστούς αναγνώστες και φίλους από τον Πρόδρομο της Πάρου, τον Ανδρέα και την Άννα, που σε κάθε μου επίσκεψη εκφράζουν το ανδιαφέρον τους για τις περιπέτειές μας και παρακολουθούν τη σελίδα του Θησέα πιό πολύ κι από τα μέλη μας! Φιλιά παιδιά, θα τα πούμε σύντομα!


Παραθέτω και μία συλλογή με φωτογραφίες του Απόλλωνα.

12/06/2016 Φαράγγι Καλλιθέας

Μετά το σπήλαιο του Αγ.Πνεύματος μας φάνηκε σαν καλή ευκαιρία για χαλάρωση και αναψυχή! Ξεκινήσαμε από την Αθήνα πέντε άτομα σε ένα αυτοκίνητο με την προυπόθεση ότι θα μας ανέβαζε ένας ντόπιος με το φορτηγάκι του στο ξεκίνημα του φαραγγιού. Έτσι κι έγινε και βρεθήκαμε στο εκκλησάκι του Αγ Λουκά, ο Γιώργος Γεωργιάδης, ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, ο Βαγγέλης Μαρκόπουλος, ο Διονυσης Δρίλλιας κι εγώ ο Άγγελος Βλαχόπουλος, κατά τις 11:00′ για να αρχίσουμε τα κατεβάσματα.
Βρήκαμε κανονικό για την εποχή νερό και τα αρματώματα εκτός από κάποια λίγο ξεδιδωμένα, μιά χαρά.
Ρωτήσαμε τον άνθρωπο που μας ανέβασε αν ξέρει κάτι για ενδεχόμενη κατασκευή φράγματος και απάντησε κάτι συζητιόταν, αλλά ότι τώρα δεν συμβαίνει κάτι, ή αν πρόκειται να συμβεί, δεν υπάρχει καμμία κίνηση αυτή την περίοδο.

Σπήλαιο στο Αγ.Πνεύμα 3-4-5/6/2016

Μετά από άκαρπες συνεννοήσεις, αντιξοότητες, ασθένειες, μικροατυχήματα και άλλες δυσκολίες για την αποστολή, για την οποία θα μαζευόμασταν τουλάχιστον πέντε ή έξι άτομα, καταλήξαμε να πάμε ο γράφων Άγγελος Βλαχόπουλος και ο Τάκης Καπλαντζής. Το είχαμε πεί όμως ότι δεν θα το αφήσουμε να περάσει έτσι αυτό το Σαββατοκύριακο κι έτσι την Παρασκευή το βραδάκι μας βρήκε τους δυό μας στη γνωστή μας κατασκήνωση κάτω από έναν έναστρο ουρανό.
Μπήκαμε το Σάββατο το πρωί εξοπλισμένοι με μία αλουμινένια σέσουλα, σχοινί χοντρούτσικο για να αλλάξουμε το λεπτό του κάνιστρου με το οποίο τραβάμε τα χώματα και γλιστράει, το τρυπάνι με δύο μπαταρίες, τα διάφορα διανοικτικά και πολύ όρεξη!
Πήραμε μαζί από τα 400μ περίπου, το κάνιστρο και ένα τσαπάκι και φτάσαμε, χωρίς να βιαζόμαστε ιδιαίτερα, στο τέρμα σε μιάμιση ώρα, ανοίξαμε μια πολλαπλών χρήσεων αλουμινοκουβέρτα και κάναμε στάση για νερό και κάτι να φάμε.
Ξεκινήσαμε το σκάψιμο σε μαλακή άμμο με χαλίκια κατά τις 11:30’ και χρειαστήκαμε κάπου δύο ώρες για να πάρουμε τα φερτά όσο πιό πίσω γινόταν για να μην ξαναπέσουν μέσα στην πρώτη βροχή, αλλά και για να αφήσουμε κάποια κενά δεξιά-αριστερά χαμηλότερα, για να τα γεμίσουμε όταν θα είχαμε κατέβει πιό κάτω και θα ήταν πολύ δυσκολότερη ή μεταφορά των χωμάτων.
Κάποτε και μετά από μερικές αλλαγές βάρδιας, ο Τάκης μπήκε αρκετά, είδε λίγο περισσότερο κενό, ξεκίνησε να σκάβει με περισσότερο ενθουσιασμό και γρήγορα με φώναξε να τον αλλάξω, προφανώς για να έχω την τιμή να περάσω πρώτος!
Έπεσα μπρούμυτα στην κατηφοριά που δεν ήταν πιά 4μέτρα, αλλά περίπου 3 μετά τις επεμβάσεις μας και βρέθηκα να κοιτάζω ένα στενό λίγο ανηφορικό πέρασμα που συνέχιζε σε σκληρό έδαφος, αποτελούμενο από αυτό το ψευτοκροκαλοπαγές που βρίσκουμε πολύ συχνά σ’ αυτό το σπήλαιο. Εκεί χρειάστηκαν τα κενά που αφήσαμε άδεια δεξιά-αριστερά, στα οποία χώρεσαν τα τελευταία χώματα που έσπρωξα με τα χέρια και τους αγκώνες και συνέχισα περίπου 10 μέτρα ή λίγο παραπάνω. Ο Τάκης κατέφτασε σε χρόνο ρεκόρ και με συνάντησε να μελετήσουμε το επόμενο εμπόδιο, άλλο ένα μικρό χαράκι για σκάψιμο, σαν το προηγούμενο, αλλά με περισσότερα χοντρά χαλίκια αντί για άμμο αυτή τη φορά. Ο αέρας που ερχόταν από την άλλη μεριά αλλά και ένα κενό αριστερά που χωρούσε αρκετά μπάζα, μας έδωσαν κουράγιο να συνεχίσουμε την προσπάθεια και κατεβάσαμε 40 περίπου εκατοστά το δάπεδο, αρκετά για να περάσουμε το κράνος και να φωτίσουμε τη συνέχεια που είναι, δυστυχώς, μία από τα ίδια!
Κατά τις 15:30’, έχοντας κάψει αρκετά τους ώμους μας από τις συνεχείς επαναλήψεις της ίδιας κίνησης με τη σέσουλα, που αποδείχτηκε το απόλυτο εργαλείο γι’ αυτό το σπήλαιο, αρχίσαμε να επιστρέφουμε, φωτογραφίζοντας μερικά σημεία από τις μεγάλες αίθουσες που ήταν σαν να τα βλέπαμε πρώτη φορά!
Χρειαστήκαμε λίγο περισσότερο χρόνο για να επιστρέψουμε στον έξω κόσμο, αλλά πολύ πρίν σκοτεινιάσει ετοιμάζαμε ήδη να φάμε και με χαρά κατά τις 20:00’ είδαμε να έρχεται ο Κώστας Στασινός να μας δεί και να μάθει τα τελευταία νέα. Ενθουσιάστηκε που περάσαμε το εμπόδιο της άμμου, που όπως το είχαμε δεί παρέα φαινόταν πολύ μεγάλο για δύο άτομα και μας έβαλε να δεσμευτούμε για την επόμενη αποστολή που θα είναι κι αυτός μαζί.
Την επομένη μπήκαμε με ένα μόνο σκοπό, να ανοίξουμε το πέρασμα κάτω από τη σκάλα, που σε περίπτωση ανάγκης είναι πολύ δύσκολο να περαστεί.
Ασχοληθήκαμε περίπου μιάμιση ώρα και τελειώνοντας πήραμε και τη σκάλα και το βοηθητικό σχοινί. Τώρα πιά το πέρασμα πρέπει να είναι εύκολο ακόμα και για τους μεγαλόσωμους φίλους μας. Μένει να το δούμε στην πράξη. Χορτασμένοι από δράση, επιστρέψαμε στην κατασκήνωση νωρίς το μεσημέρι, μαζέψαμε τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε για την επιστροφή.
Μιά επίσκεψη για χαλάρωση στα ζεστά ιαματικά λουτρά της Δαμάστας ήταν επιβεβλημένη, καθώς και μία στάση για ταβερνάκι στο δρόμο.
Αυτό το σπήλαιο μας δίνει λίγο-λίγο κάθε φορά, κρατώντας μας σε συνεχές ενδιαφέρον και δίνοντάς μας κάποιες σπάνιες αλλά μεγάλες συγκινήσεις, όπως με το πέρασμα του μεγάλου σιφωνιού στα 200μ, το άλλο πέρασμα στις μεγάλες αίθουσες στα 420μ. και θεωρώ ότι όσο έχουμε κουράγιο, συνέχεια θα μας χαρίζει ανεξίτηλες εικόνες από τα άδυτά του. Πρέπει να πλησιάζουμε τα 650 μέτρα πιά.
Εννοείται, ότι έπεται συνέχεια!

21/05/2016 Βάραθρο Σκούρτων 2

Το Σάββατο 21/5 το πρωί, ήρθε ο Τάκης Καπλαντζής από το σπίτι μου και φύγαμε για να συναντήσουμε τον Θανάση Πλαβούκο στην Φυλή, με σκοπό να βρούμε ένα βάραθρο για το οποίο είχε πληροφορίες από ανθρώπους της περιοχής.
Φτάσαμε στο μέρος που θα ψάχναμε και ξεκινήσαμε την περιπλάνηση όπως έλεγαν οι πληροφορίες. Αφού περάσαμε πάνω από ώρα χτενίζοντας την συγκεκριμένη κατεύθυνση, αποφασίσαμε να κάνουμε έρευνα και προς άλλες μεριές που φαινόντουσαν ενδιαφέρουσες.
Με κέντρο μια δολίνη που ήταν κοντά στο αυτοκίνητο ξεμακρύναμε αρκετά και ενώ βρισκόμασταν σε πορεία επιστροφής στο αυτοκίνητο, κρατώντας οπτική επαφή μεταξύ μας, ο Τάκης βρήκε το σπήλαιο με τα χαρακτηριστικά που μας το περιέγραψαν. Ένα σταυρό χτισμένο στο πλάι και κλαδιά από πάνω. Αυτό που δεν μας είχαν πεί, ήταν ότι βρήκαμε δύο βύσματα καρφωμένα, πράγμα που σημαίνει ότι κάποιοι έχουν κάνει την κατάβαση. Γρήγορα φέραμε τα υλικά και κατεβήκαμε οκτώ περίπου μέτρα κάθετης πορείας και πολύ σύντομα διαπιστώσαμε ότι πρόκειται για κλασική διάκλαση που πρός τη μία κατεύθυνση ήταν κλειστή και προς την άλλη συνεχίζει σε στενό πέρασμα που επειδή δεν είχαμε φόρμες δεν κατεβήκαμε μέχρι το τέλος. Μένει να το ξαναδούμε κάποια στιγμή.
Άγγελος Βλαχόπουλος

15/05/2016 Φαράγγι Χάβου στα Καμπιά

Μετά από το ζόρικο Σαββατοκύριακο στο Σπ.της Οίτης, κάναμε μιά χαλαρή εξόρμηση στο γνωστό μας φαράγγι. Κάναμε την ανάβαση με τα πόδια, που είναι μια εύκολη διαδρομή από την άσφαλτο, μπαίνοντας στο φαράγγι μέσα σε μιά ηλιόλουστη μέρα, κατεβαίνοντας ρυθμικά και ήρεμα την έτσι κι αλλιώς σύντομη διαδρομή. Βρήκαμε αρκετό νερό ώστε να κάνουμε το γνωστό άλμα στη λίμνη και άλλο ένα λίγο πιό μετά, εκείνο με το στένωμα που θέλει λίγο προσοχή. Ήμασταν οι: Θανάσης Πλαβούκος, Βαγγέλης Μαρκόπουλος, Δημήτρης Καλογερόπουλος κι ο γράφων Άγγελος Βλαχόπουλος.

Σπήλαιο Αγ.Πνεύματος 6-7-8/5/2016

Στις 6/5 Παρασκευή αποφασίσαμε να πάμε για να επιχειρήσουμε για πρώτη φορά φέτος την αποστολή στο σπήλαιο που μας έχει δώσει τόσες συγκινήσεις μέχρι τώρα και περιμένουμε ακόμα περισσότερες στο μέλλον.
Πήραμε δύο αυτοκίνητα από την Αθήνα με τους Παναγιώτη Γεωργίου, Γιώργο Δήσιο, Αλέξανδρο Τσεκούρα, Γεράσιμο Κρεμμύδα, Τάκη Καπλαντζή, κι εμένα που γράφω αυτές τις γραμμές, τον Άγγελο Βλαχόπουλο, ενώ συναντήσαμε στον κατασκηνωτικό χώρο τον Κώστα Στασινό που ήρθε από τη Λαμία.
Χαρήκαμε το αντάμωμα με μεζέδες και κρασί από το καλό του Κώστα που με περίσιο μεράκι φτιάχνει στα Δυό Βουνά και πέσαμε σχετικά νωρίς για να προετοιμαστούμε για την προσπάθεια της επόμενης μέρας που ξέραμε ότι μας περίμενε, χωρίς να ξέρουμε, είναι αλήθεια, πόση ακριβώς, μιας και ποτέ δεν μπορεί να προβλέψει κανείς πως θα φερθεί ο χειμώνας στα στενά ούτως ή άλλως περάσματα της σπηλιάς.
Ξυπνήσαμε αντικρiζοντας μια φωτεινή, ηλιόλουστη μέρα, ντυθήκαμε με τα καλά μας, μιας και για πολλούς ήταν η πρώτη μέρα χρήσης για τις καινούριες γκορντούρες που παραλάβαμε και χωριστήκαμε σε δύο ομάδες. Μία με αυτούς που θα πηγαίναμε μπροστά ελέγχοντας και διανοίγοντας τα περάσματα και η άλλη αποτελούμενη από τον Παναγιώτη και τον Γεράσιμο, για την χαρτογράφηση.
Αφήσαμε τους «επιστήμονες» να κάνουν καλιμπράρισμα στο ηλεκτρονικό σύστημα χαρτογράφησης και στις 10:30’ περίπου ξεκινήσαμε τα χωσίματα.
Πολύ γρήγορα και σε σημείο που μάλλον πρώτη φορά βρήκαμε μπαζωμένο, αρχίσαμε το σκάψιμο, κάνοντας χρήση κουβάδων και κομμένων μπιτονιών για τη μεταφορά του αμμοχάλικου. Ήταν το σημείο ακριβώς πριν το σιφωνοειδές λαγούμι που βουλώνει σχεδόν πάντα και μας έχει κρατήσει μακρυά, χρόνια πρίν, από τα βάθη του υπόγειου αυτού ποταμού. Έχει κι αυτό το ίδιο περίπου σχήμα, αλλά δεν είχε κλείσει μέχρι τώρα άλλη φορά στα 3-4 χρόνια που ερχόμαστε. Εξετάσαμε την περίπτωση να προκαλέσαμε εμείς αυτή την κατάσταση μεταφέροντας υλικά από την επόμενη διάνοιξη πολύ κοντά στο στόμιο της προηγούμενης. Δυστυχώς και παρ’ όλα τα οχυρωματικά έργα που είχαμε αφήσει από πέρυσι, δύσκολα μπορεί κανείς να αποφύγει αυτού του είδους τις μετατοπίσεις. Τα χώματα είναι πολλά και ο χώρος μικρός, αλλά και πάλι φέτος γεμίσαμε κι άλλους σάκους που ίσως κρατήσουν λίγο καλύτερα αυτή τη φορά.
Μέχρι να τελειώσουμε το έργο, μας πρόλαβαν και οι χαρτογράφοι, πιάνοντας κι αυτοί δουλειά σκάβοντας.
Εκτιμώντας όλοι μαζί την κατάσταση, υπήρχε διάχυτος ο φόβος ότι το επόμενο λαγούμι που έτσι κι αλλιώς βουλώνει περισσότερο, θα μας έτρωγε όλη τη μέρα.
Όντως είχε φράξει κι αυτό, ευτυχώς όμως όχι τόσο όσο φοβόμασταν και μετά από είκοσι λεπτά περίπου πέρασε ο Γεράσιμος και ξεκίνησε να τραβάει χώματα από την άλλη μεριά διπλασιάζοντας τον αφαιρούμενο όγκο των φερτών.
Μισή ώρα αργότερα και γύρω στις 14:00’ φτάσαμε στα τελευταία γερά στενώματα πριν τις μεγάλες αίθουσες. Αυτές οι διανοίξεις μας είχαν πάρει ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο πέρυσι για να περάσουμε το πολύ 18 μέτρα, μέρες αλησμόνητες μέσα στις λάσπες και τον παγωμένο αέρα. Όποιος δεν έκανε δουλειά, τυλιγόταν με αλουμινοκουβέρτα για να μην παγώσει. Φέτος όμως αυτός ο αέρας δεν ήταν τόσο δυνατός και στην αρχή μας πέρασε απαρατήρητο, επειδή δεν μείναμε στατικοί σχεδόν καθόλου για να κρυώσουμε.
Κι εδώ βρήκαμε ελαφρά φραγμένα τα περάσματα, αλλά όχι με πάρα πολύ όγκο χωμάτων και γρήγορα περάσαμε στις μεγάλες αίθουσες.
Εδώ ξεκίνησαν να χαρτογραφούν και τα παιδιά, συνδέοντας στο σκαρίφημα τα νέα τμήματα του σπηλαίου.
Από την ομάδα μόνο εγώ κι ο Κώστας είχαμε μπει στις νέες αυτές αίθουσες και όλοι ενθουσιάστηκαν με τα μεγέθη, τα χρώματα και τον διάκοσμο που αντίκρυσαν.
Ο Τάκης ανακάλυψε ένα σκελετό νυχτερίδας σε ένα πεζουλάκι και βρήκαμε ένα σπόνδυλο μεγάλου ζώου λίγο πιο κει σφηνωμένο σε ένα βράχο. Μαζί με ένα κλαδάκι και άλλα μικροευρήματα, αποτελούν ενδείξεις ότι κατά καιρούς δημιουργείται άνοιγμα που κατεβάζει νερό και μαζί ,δυστυχώς, και τα φερτά που μας κλείνουν τα περάσματα.
Φτάσαμε στο σημείο με τη λιμνούλα και το χαμηλό άνοιγμα, ένα από τα ομορφότερα σημεία του σπηλαίου, χαιρετίσαμε και φωτογραφίσαμε τους «ψαράδες» όπως λέει ο Κώστας ένα ανθρωπόμορφο σταλαγμιτικό σχηματισμό στην όχθη της και τελικά στο σημείο που πέρισυ υπήρχε ρεύμα αέρα από ένα στενό άνοιγμα 3-4 μέτρα χαμηλότερα από το μέρος που στεκόμαστε και το βλέπουμε.
Φέτος αυτό το ρεύμα αέρα δεν ήταν αισθητό και αυτό μαζί με τον πολύ μεγάλο όγκο χωμάτων που έπρεπε να μετακινηθούν, μας απογοήτευσε λιγάκι. Τώρα όμως που έχουμε ανοίξει τα περάσματα τουλάχιστον για την επερχόμενη καλοκαιρινή περίοδο, σε επόμενη αποστολή θα παλέψουμε κι αυτό το σημείο. Φαντάζομαι τη στιγμή που θα φτάσουμε να περάσουμε και θα αρχίσει να φυσάει από την άλλη μεριά!
Σε παρόμοια περίπτωση στην καταβόθρα των Πελετών, όταν αδειάζαμε το σιφόνι από τα νερά που το έφραζαν, η δύναμη του αέρα δημιουργούσε κυματισμό στην επιφάνεια και ανεβοκατέβασμα της στάθμης του, αδημονώντας να εκτονωθεί προς τον ελεύθερο χώρο του οροπεδίου από πάνω. Όσο κατέβαινε η στάθμη, περάσαμε από την απόλυτη ακινησία, στην ταραγμένη ανάσα του σπηλαίου που κατέληξε να σφυρίζει στα στενά σημεία! Δυό-τρία Σαββατοκύριακα αργότερα όταν ξαναπήγαμε για να το τερματίσουμε, είχε ισορροπήσει σε ένα φυσιολογικό ρεύμα, παγωμένο όσο και στο Αγ. Πνεύμα περίπου και σταθερό.
Θα ‘θελα να συμπέσει να είμαι ακριβώς αυτή τη στιγμή εκεί και να ξαναζήσω αυτή την αποκατάσταση της αναπνοής του έγκοιλου, στην Οίτη αυτή τη φορά, κι ας μου γεμίσει μέχρι μέσα τη φόρμα με άμμο και λοιπά φερτά!
Αρχίσαμε να επιστρέφουμε με τον Τάκη και τον Κώστα, συναντώντας στο δρόμο μας τους υπόλοιπους. Κάναμε μια συζήτηση για τα ευρήματα των μετρήσεων και σταθήκαμε λιγάκι να τσιμπήσουμε κάτι και να τυλιχτούμε για λίγο με μιά αλουμινοκουβέρτα.
Από το γράφημα διαπιστώσαμε ότι κοντά στο τελικό σημείο που φτάσαμε και δύο αίθουσες πριν, υπάρχει ένα λαγούμι που κατευθύνεται προς τα κεί από κάτω, φραγμένο λίγα μέτρα μετά την είσοδό του από τα ίδια υλικά που φράζουν κάθε πέρασμα αυτού του σπηλαίου, ενώ η διαδρομή από πάνω που ήμασταν οι υπόλοιποι συνεχίζει ελεύθερα μέχρι την κατηφοριά που καταλήξαμε. Εκεί θεωρητικά πρέπει να συναντιούνται και η συνέχεια πρέπει να είναι Βορειοδυτική-Δυτική.
Με τη φαντασία μας να τρέχει σε χιλιόμετρα στοών που μας περιμένουν να μας υποδεχθούν, κατά τις 17:30’ ξεκινήσαμε για πίσω. Λίγο μετά τις 18:30’ ήμασταν σε ένα στένωμα που έχουμε μόνιμα μία ιμαντένια σκάλα και αποφασίσαμε να κάνουμε διάνοιξη από κάτω για να διευκολυνθεί η προσπέλαση, και πάντα με την προυπόθεση ότι θα υπάρξει συνέχεια στις εξερευνήσεις μας.
Ασχοληθήκαμε τέσσερα άτομα πάνω από δύο ώρες για να δημιουργήσουμε ένα αρκετά μεγάλο άνοιγμα, σε δύσκολα τοιχώματα, αλλά επειδή η δεύτερη μπαταρία μας βράχηκε και δεν είχαμε άλλο ρεύμα, θα χρειαστούμε λίγο ακόμα δουλειά για να τελειώσει κι αυτή η διάνοιξη και να μην έχουμε αυτό το επιπρόσθετο εμπόδιο, εκτός των άλλων.
Οι υπόλοιποι τρεις είχαν ήδη ετοιμάσει το τραπέζι και όταν βγήκαμε κατακουρασμένοι, μας περίμεναν έτοιμα μεζεδάκια και λοιπά εδέσματα, γιατί ώς γνωστόν, νηστικό αρκούδι δεν χορεύει!
Βγάλαμε τα βρεγμένα και αναζωογονημένoi και ζεστοί αρχίσαμε να σχεδιάζουμε τις ενέργειες την επόμενης μέρας. Από κοινού αποφασίσαμε να ερευνήσουμε το πεδίο πάνω από το σπήλαιο για τυχόν ρωγμές ή βαραθρώδη ανοίγματα. Με προπόσεις για την επιτυχία της ολοκλήρωσης των κύριων σκοπών της αποστολής, που κυρίως ήταν το συμπλήρωμα της χαρτογράφησης των νέων τμημάτων και για το πόσο τυχεροί ήμασταν που δεν χρειαστήκαμε δεύτερη μέρα για τις διανοίξεις, γιορτάσαμε την επίσημη καταγραφή των 620 περίπου συνολικά μέτρων που διανύσαμε για να φτάσουμε στα έγκατα.
Την επομένη ξυπνήσαμε πάλι με λιακάδα, απολαμβάνοντας την ορεινή δροσιά να μας ξεσηκώνει ευχάριστα και ξεκινήσαμε για την έρευνα που είχαμε προγραμματίσει.
Ανεβήκαμε προς την κορυφή του υψώματος πάνω από το σπήλαιο διαπιστώνοντας για μία ακόμη φορά, όσοι το είχαμε ξαναανέβει, ότι το πρανές είναι ρωγμώδες με τις κορυφές από τα βράχια να βγαίνουν από το έδαφος, χωρίς να δημιουργούνται πουθενά συνθήκες δολίνης, ή έστω βυθίσματος κάποιου είδους.
Έτσι εξηγείται και το ότι είχαμε έντονη σταγονορροή την προηγουμένη το απόγευμα μέσα στο σπήλαιο. Έξω μας είπαν ότι έβρεξε αρκετά εκείνη την ώρα. Τα ανοίγματα στα βράχια υποδέχονται το νερό χωρίς εμπόδια και το αφήνουν να περάσει στα έγκατα πολύ γρήγορα. Σε άλλες περιπτώσεις θα χρειαζόταν μέρες για να διανύσει όλα αυτά τα περίπου 150 μέτρα.
Επεκτείνοντας τις έρευνές μας και με τη βοήθεια Δορυφορικών Εντοπιστών Στίγματος, διαπιστώσαμε ότι το μοτίβο επεκτείνεται σε όλο το ύψωμα των 1600 περίπου μέτρων. Μετά από αυτό προς την κατεύθυνση της καταβόθρας Ηρακλέους, υπάρχει κι άλλο με υψόμετρο 1750 μέτρα κι αυτό με την ίδια δομή με τα βράχια να προεξέχουν από το έδαφος ανάμεσα στα ψηλά έλατα.
Γυρίσαμε στην κατασκήνωση και αποφασίσαμε να κλείσουμε την εξόρμηση με ένα ζεστό, απολαυστικό μπάνιο στις θερμές πηγές στη Δαμάστα.
Περιττό να αναφέρω ότι έπεται συνέχεια!

Φαράγγι Μικρός Χελμός 24/4/2016

Με τον Γιώργο Γεωργιάδη, από καιρό λέγαμε να πάμε να δούμε το εν λόγω Φαράγγι και η ευκαιρία μας δόθηκε την Κυριακή 24/4/16. Η παρέα εκτός του Γιώργου περιελάμβανε τον Γεράσιμο Κρεμμύδα, τον Βαγγέλη Μαρκόπουλο, τον Ανδρέα Παπαγεωργίου, τον Θανάση Πλαβούκο κι εμένα, τον Άγγελο Βλαχόπουλο.
Με αναχώρηση στις 07:00’ από Αθήνα και με δεδομένο ότι κανείς από μας δεν είχε ξαναπάει στο Μικρό Χελμό, υπολογίσαμε ότι θα πρέπει να έχουμε βγει νωρίς το απόγευμα, αλλά χωρίς να αποκλείουμε τις καθυστερήσεις και τα μπερδέματα στις προσβάσεις με το πλέγμα των χωματόδρομων που υπάρχουν στην περιοχή. Έτσι δεν χάσαμε καθόλου χρόνο σε στάσεις για καφέδες και λοιπές λιχουδιές και συγκεντρωμένοι φτάσαμε νωρίς-νωρίς στον σταθμό του οδοντωτού «Νιάματα» που αφήσαμε το κάτω αυτοκίνητο σε ένα άνετο χώρο στάθμευσης δίπλα στον Βουραικό.Για να φτάσει κανείς εκεί, ακολουθεί για λίγη απόσταση χωμάτινο ομαλό δρόμο, που κοντά στο Σταθμό, στρίβει δεξιά για τον οικισμό Σταυριά και το χωριό Μαμουσιά.
Είχαμε αποφασίσει να χρησιμοποιήσουμε περισσότερο τον ασφάλτινο δρόμο για να ανέβουμε μέχρι τα χωριά πάνω και να μπούμε στους ορεινούς δρόμους μόνο αν δεν γινόταν διαφορετικά. Να επιστρέψουμε δηλαδή στο Διακοφτό και να πάμε γύρω-γύρω, όμως ένας ποδηλατικός αγώνας μας ανάγκασε να αλλάξουμε τα σχέδιά μας και μπηκαμε στους χωματόδρομους, ή μάλλον δεν βγήκαμε καθόλου , στην πορεία μας πρός την έισοδο του Φαραγγιού.
Κάπου εκεί είχαμε την ατυχία να σκάσει το λάστιχο του Τζιπ του Γιώργου και γεμίσαμε τον τόπο σακίδια και υλικά για να βγάλουμε από τον πάτο του χώρου αποσκευών την εφεδρική ρόδα και να αλλάξουμε το ελαστικό.
Χωρίς να πτοηθούμε και με ελάχιστη καθυστέρηση, φτάσαμε στο σημείο που θα αφήναμε το πάνω αυτοκίνητο, όμως εκεί ήταν που ο Γιώργος επέλεξε να μην ακολουθήσει, αλλά να ψάξει να βρεί στην περιοχή Βουλκανιζατέρ για να επισκευάσει το λάστιχο ώστε να μην έχει να ταξιδέψει όλο το γυρισμό με το όριο των 80χλμ της ρεζέρβας.
Ξεκινήσαμε να κατεβαίνουμε οι πέντε μας πια, στις απότομες κατηφοριές ακολουθώντας μονοπατάκια ζώων που μας πέρασαν αναγκαστικά από χαμηλά και στενά θαμνώδη περάσματα που μας γρατζούνησαν λιγάκι μιάς και λόγω ζέστης, δεν είχαμε φορέσει τις στολές για την πορεία.
Φτάσαμε στην κοίτη 1300μέτρα και 40 λεπτά αργότερα, η οποία μας υποδέχθηκε στολισμένη με νεράκι αρκετό για να ομορφύνει το τοπίο, αλλά οριακά για χρήση πλήρους στολής κατάδυσης. Θα μπορούσαμε να φοράμε νεοπρέν κάτω και από πάνω ρούχα και ένα αδιάβροχο για όπου θα χρειαζόταν. Προσωπικά φόρεσα το σακκάκι της στολής, χωρίς να κλείσω καθόλου το φερμουάρ, μιας και σε περιγραφές που διαβάσαμε δεν είδαμε να κάνει βαθειές βάθρες και υδρολογικά φαινόμενα σε κάποιο σημείο.
Όντως αρχίσαμε τις απανωτές μικρές καταβάσεις που κατέληγαν πάντα σε αβαθή νερά, και συνεχίσαμε αντικαθιστώντας μερικές από τις ιμαντένιες ασφαλίσεις με μεταλλικά στοιχεία, όπου θεωρήσαμε ότι έχουν καταπονηθεί από τον χρόνο και την ηλιοφάνεια.
Βρίσκοντας τα βιομηχανικά βύσματα τοποθετημένα σε καλό ποιοτικά βράχο, δεν χρησιμοποιήσαμε τρυπάνι, παρά μόνο στην προτελευταία 17μετρη κατάβαση, στην οποία εγκαταστήσαμε αλυσίδα.
Συναντήσαμε μία κατάβαση των 32μέτρων μία 17 και όλες οι άλλες ήταν 12-13μέτρα και κάτω, σύνολο 23-24, αν περιλάβουμε και μία-δύο που ενώ είχε αγκύρωση, δεν βάλαμε σχοινί. Δεν υπήρχαν ιδιαίτερες τεχνικές δυσκολίες ούτε αρνητικοί καταρράκτες και γενικά ήταν ένα όμορφο πεδίο με λίγο περπάτημα από το πρώτο ραπέλ και μετά. Καλύτερα όμως να αφήσω τις φωτογραφίες να αναδείξουν τα τοπία.
Φτάνοντας στο τέλος των τεχνικών καταβάσεων βρεθήκαμε κάτω από μία από τις πολλές γέφυρες του τραίνου, στον επιβλητικό Βουραικό που κατέβαζε πολύ νερό, φτιάχνοντας έντονα υδρολογικά φαινόμενα σε βάθρες που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για την εκπαίδευση, αν βέβαια ληφθούν τα ανάλογα μέτρα ασφαλείας, γιατί σε περίπτωση παράσυρσης τα πράγματα θα ήταν πολύ επικίνδυνα.
Ανεβήκαμε στις ράγες του οδοντωτού και ξεκινήσαμε την πορεία των τριών χιλιομέτρων που μας χώριζαν από το σταθμό «Νιάματα» και το κάτω αυτοκίνητό μας. Το ποτάμι από κάτω μας έκανε τη διαδρομή μας πολύ συναρπαστική πότε βροντώντας σε καταρράκτες και στροφές και πότε κελαρίζοντας ήσυχα ανάμεσα στα βράχια.
Σε καμιά ωρίτσα με την ησυχία μας, φτάσαμε στο αυτοκίνητο, όπου βρήκαμε σημείωμα του Γιώργου που μας έγραφε ότι το λάστιχο δεν επισκευαζόταν, ούτε βρήκε να το αντικαταστήσει, οπότε αναχώρησε για Αθήνα σιγά-σιγά. Κρίμα για το φίλο μας που τόσο ήθελε να δούμε παρέα το Μικρό Χελμό και τελικά ούτε στην ταβέρνα μετά δεν καθίσαμε να τα πούμε. Σε μια επόμενη εξόρμηση Γιώργο!

Σπηλαιολογία στο Βάραθρο Τσικουρέλι

Το Σάββατο 16/4/2016 επισκεφθήκαμε το σπηλαιοβάραθρο Τσικουρέλι στο Ν. Βοιωτίας, το οποίο πρωτοεξερεύνησαν μέλη του συλλόγου το 2011 κι από τότε δεν έτυχε να το επισκεφθούμε ξανά. Continue reading

Σπηλαιολογία – Βάραθρο Μονής Αστερίου

Συναντηθήκαμε το Σάββατο 9/4/16 κατά τις 11:00’ στο γνωστό σημείο στάθμευσης με την δεξαμενή, απ’ όπου ξεκινάει ο χωματόδρομος που οδηγεί στο σπήλαιο, ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, η Νιόνια Μαλεφάκη, ο Παναγιώτης Γεωργίου, ο Τάκης Καπλαντζής και ο γράφων, Άγγελος Βλαχόπουλος, για να κάνουμε την κατάβαση. Αυτή τη φορά την μύηση της «Νεοφώτιστης» Νιόνιας ανέλαβε ο Παναγιώτης κι έτσι είχα την ευκαιρία να κατέβω στα στενώματα με τα υπόλοιπα παιδιά.
Αρματώσαμε με τον Γεράσιμο διπλή την πρώτη κατάβαση για να μπορούν εύκολα οι δύο να δουλέψουν τις τεχνικές και φύγαμε για κάτω. Κατά πόδας κι ο Τάκης, ενθουσιασμένος που θα έμπαινε σε πιό προχωρημένα πράγματα, μας πρόλαβε ενώ δέναμε την πρώτη μετά το μεγάλο πατάρι κατάβαση και δεν βρήκε δυσκολία στην πρώτη αυτή στενή σχοινιά. Άλλωστε το συζητούσαν πολλή ώρα με τον Γεράσιμο, που το είχε ξανακάνει και μπήκε έτοιμος για όλα! Με πειράγματα του τύπου, μην σφίγγεσαι πολύ κι έχουμε θέματα και άλλα τοξικότερα, φτάσαμε στο πρώτο πατάρι και πολύ γρήγορα στο τελευταίο. Continue reading

Ορεινή Ναυπακτία, Σαββατοκύριακο 2-3/04/16

Το Σαββάτο 2 Απριλίου ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, ο Διονύσης Δρίλλιας, ο Ξενοφώντας Ντάνης και ο γράφων, ο Άγγελος Βλαχόπουλος, πήγαμε για να εξερευνήσουμε ένα φαράγγι στην περιοχή που ήδη έχουμε εξερευνήσει το φαρ. Της Σεργούλας σε δύο τμήματα, το Πύργου και της Απάνω Κόκας. Το συγκεκριμένο ονομάζεται Ροδόρεμα και δεν περιμέναμε να είναι πολύ ενδιαφέρον και κυρίως να έχει νερό, αλλά είναι μέσα στην ευρύτερη περιοχή και οι κάτοικοι των γύρω χωριών δεν επιχειρούν να μπουν να το κατέβουν λόγω της πολύ απότομης κλίσης του εδάφους και των κατακερματισμένων πετρωμάτων που δημιουργούν ασταθές πεδίο και σάρες.
Αυτό που μας έκανε εντύπωση και μας έβαλε στη διαδικασία να το εξερευνήσουμε, είναι τα 400μ περίπου υψομετρικής διαφοράς μεταξύ εισόδου και εξόδου, μέσα σε ένα ολικό μήκος 1 χλμ περίπου.
Μοιράσαμε τα βάρη στα σακκίδια παίρνοντας αρκετές ασφάλειες μονού κρίκου και μερικές αλυσίδες, τα ανάλογα βύσματα και βέβαια τρυπάνι με δύο μπαταρίες, τρία σχοινιά και ότι άλλο απαραίτητο και ξεκινήσαμε την κατάβαση περίπου στις 11:00. Με τη βοήθεια του φίλου Θοδωρή Μόραλη που μένει στη Ναύπακτο, δεν χρειάστηκε να φέρουμε από την Αθήνα ούτε δεύτερο αυτοκίνητο, ούτε να κάνουμε ανάκληση του πάνω αυτοκινήτου. Ανεβήκαμε όλοι μαζί στα υψίπεδα με τις ανεμογενήτριες απ’ όπου ξεκινάει η ρεματιά, μας συνόδεψε μέχρι τις πρώτες απότομες καταβάσεις και μετά έφυγε με το αυτοκίνητο και μας συνάντησε στην έξοδο κάτω στις 14:15’.
Το πρανές άρχισε αμέσως να γίνεται πολύ απότομο και γλιστερό, όχι από νερό, αλλά από το ότι δύσκολα βρισκόταν γερός βράχος και στέρεο έδαφος να στηριχτούμε. Ήταν γενικά ανοιχτό με κάποια στενά σημεία στα οποία φαινόταν ότι έτρεχε νερό κάποιες φορές, όχι όμως ορμητικό, ώστε να καθαρίσει την κοίτη από τα φερτά. Αυτό βέβαια είχε σαν αποτέλεσμα να υπάρχουν δένδρα και βλάστηση που μας βοηθούσαν να βρίσκουμε φυσικές δεσιές.
Συναντήσαμε 14 καταβάσεις που χρησιμοποιήσαμε σχοινί, όλες δενδροδεσίματα, εκτός από μία, στην οποία τοποθετήσαμε πλακέτα. Είχαν ύψος από 3 έως 7μέτρα και οι ελεύθερες καταβάσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. Σε κάποια στιγμή συναντήσαμε το Ρέμα του Μάζη, μέσα στο οποίο πέφτει το Ροδόρεμα, που γνωρίζαμε ότι είναι απότομο κι αυτό αλλά βατό, και μετά από λίγο φτάσαμε στο δρόμο που τερματίσαμε.
Όλα πήγαν καλά εκτός από μερικά στραβοπατήματα που ήταν φυσικό να συμβούν και συνεχίσαμε τη μέρα μας ερευνώντας την περιοχή για να αποφασίσουμε για τη δράση της επόμενης μέρας. Φυσικά, αργότερα κατεβήκαμε από το βουνό, φάγαμε σε ταβέρνα της περιοχής και μετά ανεβήκαμε για ύπνο στις σκηνές μας στην αυλή του παλιού σχολείου της Σεργούλας.
Την Κυριακή 3 Απριλίου, την αφιερώσαμε στην έρευνα για άλλα φαράγγια και όντως βρήκαμε ένα στην περιοχή του φράγματος του Μόρνου, αλλά όταν ανεβήκαμε και μετά από αρκετή προσπάθεια μπορέσαμε να δούμε την κοίτη του, διαπιστώσαμε ότι κάνει πολύ μικρές καταβάσεις και κάποιες βάθρες που φαίνονται πολύ όμορφες και καθαρές, αλλά δυστυχώς όπως διασταυρώσαμε και με ντόπιο βοσκό, δεν έχει τεχνικό ενδιαφέρον. Κάναμε όμως το περπάτημά μας και μετά συνεχίσαμε με το αυτοκίνητο προς την Γκιώνα, περάσαμε από τα στενά ανάμεσά της και τα Βαρδούσια, θαυμάσαμε το τοπίο της Ορθοπλαγιάς με το αναρριχητικό πεδίο, γευματίσαμε σε ένα από τα χωριουδάκια που συναντήσαμε και τελικά πήραμε το δρόμο της επιστροφής.