Το τριήμερο 30-31/5 και 1/6/15 το αφιερώσαμε για μια εξόρμηση στη Ροσκά που είναι κάπως δύσκολο να κανονίσει κανείς για ένα απλό Σαββατοκύριακο. Στόχος μας ήταν να κατέβουμε τρία φαράγγια, της Ροσκάς, το Βαθύρεμα και τη Μαύρη Σπηλιά. Η απόσταση δεν είναι τόσο μεγάλη, αλλά η δυσκολία λόγω των στενών στριφογυριστών δρόμων, των χωματόδρομων και της χαμηλής ταχύτητας που μπορεί να κινηθεί κανείς την κάνει πολύ μεγαλύτερη. Τα τοπία όμως είναι τουλάχιστον υπέροχα, τα φαράγγια πολύ όμορφα κι αυτά και η όλη οργάνωση είναι μια πρόκληση.
Ξεκινήσαμε το απόγευμα της Παρασκευής τρία 4Χ4 με πέντε άτομα, ο Απόλλωνας Θρασυβουλίδης, ο Γεράσιμος Κρεμμύδας, ο Νίκος Καρκαλίογλου, η Λιλή Αναστασοπούλου κι ο γράφων Άγγελος Βλαχόπουλος. Πήραμε μαζί μας τα ανάλογα για να είμαστε ανεξάρτητοι από φαγητό και ύπνο για τρία βράδυα και επίσης κάποια αδιάβροχα για τα τοπικά φαινόμενα που κανένα δελτίο δεν μπορεί να αποκλείσει με σιγουριά και πεντέμισυ ώρες αργότερα, την Παρασκευή αργά το βράδυ φτάσαμε στον Κρικελοπόταμο στο μέρος που κατασκηνώνουμε συνήθως.
Πρωί-πρωί το Σάββατο ξεκινήσαμε για το Φαράγγι της Ροσκάς. Ανεβήκαμε στην πλατεία του χωριού και αφού καλημερίσαμε τους λιγοστούς κατοίκους, κατηφορήσαμε το μονοπάτι πού αυτή την εποχή είναι πολύ χορταριασμένο και μπήκαμε από το γεφυράκι.
Η βλάστηση ήταν παντού οργιαστική με μόνη εξαίρεση την γυμνή κοίτη που έδειχνε ξεκάθαρα ότι ο χειμώνας ήταν κι εδώ πολύ βροχερός.
Από τις πρώτες ασφάλειες καταλάβαμε ότι ήμασταν οι πρώτοι μετά το χειμώνα που το κατεβαίναμε, είδαμε ότι είχαν έντονα σημάδια καταπόνησης και πράγματι συνεχίζοντας συναντήσαμε χαλαρά παξιμάδια, βγαλμένες πλακέττες και λυγισμένα βύσματα από τις κατεβασιές. Όπου οι αγκυρώσεις έχουν μπεί σε σημεία που ανεβαίνει το νερό στρίβοντας, είχαν φύγει όλα και για να μην ξοδέψουμε όλα τα υλικά μας, βάλαμε τα απολύτως απαραίτητα, χρησιμοποιώντας περισσότερο φυσικές δεσιές. Το καλύτερο είναι να αλλάξουν κάποιες τοποθετήσεις ώστε να αποφεύγεται η κύρια ροή και τέλος πάντων για να μπει μεγάλη ομάδα, θα πρέπει να έχει μαζί και τρυπάνι. Σε μιά κατάβαση κάπου 15μέτρα, με αλυσίδα δεξιά χαμηλά, έχει φύγει το κάτω παξιμάδι και το βύσμα έχει χωθεί βαθιά και δεν βγαίνει για να ξαναμπεί παξιμάδι. Τα νερά ήταν θολά οι βάθρες είχαν λάσπη και τα βράχια δεν γλυστρούσαν πολύ.
Όπως και νά ’χει περάσαμε υπέροχα και φτάσαμε το απόγευμα στην κατασκήνωση γεμάτοι εικόνες από τις καταβάσεις, το Πανταβρέχει και το ποτάμι, που περπατήσαμε με ευκολία κατά πάνω, μιας και η στάθμη του ήταν αρκετά χαμηλή. Ο Νίκος κι ο Γεράσιμος έβγαλαν κιθάρα, λύρα και φλογέρα και τραγουδήσαμε για λίγο, όσο για να ζηλέψουν τα αϊδόνια και να αρχίσουν να μας ανταγωνίζονται με ζήλο. Αργότερα ο Νίκος κι η Λιλή έφυγαν γι’ Αθήνα και μας άφησαν παρέα με τ’ αστέρια και τις πυγολαμπίδες που γύριζαν γύρω μας.
Την Κυριακή ανηφορίσαμε πάλι στη Ροσκά για να πάρουμε το μονοπάτι για το Βαθύρεμα. Αλησμόνητος μουλαρόδρομος που μόνο για αυτόν αξίζει να πάει κανείς σ’ αυτό το φαράγγι. Μπήκαμε στην ξερή κοίτη και φτάσαμε στο παραφάραγγο που κατεβάζει νερό από τα δεξιά, νερό ολοκάθαρο και αρκετό.
Στο δρόμο μας προστέθηκαν κι άλλα νερά και από τις δύο πλευρές και όλα διάφανα και καθαρά. Μάλιστα από κάποια που βγαίνουν από τα βράχια μπορεί να πιεί κανείς, πράγμα που έκανα και το απόλαυσα.
Οι αγκυρώσεις κι εδώ ήταν από ταλαιπωρημένες έως άφαντες, με καταβάσεις τελείως απογυμνωμένες από υλικά. Πάλι χρησιμοποιήσαμε τα δεσίματα που ήταν διαθέσιμα και τις φυσικές δεσιές, με μόνο αυτές που είναι έξω από τη ροή του νερού να μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Σχεδόν όλες οι αγκυρώσεις είχαν ρίζες και χόρτα μπερδεμένα επάνω τους. Τα βράχια ήταν πολύ γλιστερά και σε μερικούς καταρράκτες κάναμε πατινάζ χωρίς να χρειάζεται να σηκώνουμε τα πέλματά μας από τα τοιχώματα!
Πολύ νωρίς το απόγευμα μαγειρέψαμε δίπλα στο ποτάμι και πήραμε θέση για μερικές επαναληπτικές κόντρες με τα αϊδόνια της περιοχής. Αρκετά αργότερα κοιμηθήκαμε συντροφιά με το ευχάριστο νανούρισμα του Κρικελοπόταμου.
Δευτέρα πρωϊ, μετά το πρωινό μας, ξεστήσαμε, μαζέψαμε τα πάντα και φύγαμε για Μαύρη Σπηλιά. Ο δρόμος από τον Πρόδρομο ήταν κλειστός από εκτεταμένη κατολίσθηση όπως μας είπαν στο χωριό, οπότε πήγαμε από άλλη μεριά ανεβαίνοντας την ανηφόρα της Καλιακούδας προς το Μεγάλο Χωριό και κατ’ επέκταση προς Προυσσό και το φαράγγι που είναι λίγο μετά.
Παρκάραμε στην αρχή του μονοπατιού και ετοιμαστήκαμε γεμίζοντας τα παγούρια μας από το παγωμένο νερό της πηγής που είναι εκεί. Μόνο εγώ είχα ξανάρθει, 15-20 χρόνια πρίν και μόνο για να ανέβω στη σπηλιά, οπότε κανείς μας δεν είχε περάσει μέσα από την κοίτη και βέβαια δεν είχαμε κάνει και την τεχνική διαδρομή (Via Ferrata).
Ήταν πολύ ωραία εμπειρία, αν και δεν την ανεβήκαμε πολύ πάνω, γιατί απ’ ότι είδαμε από τη χαρτογράφιση, ψηλά δεν έχει πολύ φαραγγίστικο ενδιαφέρον. Η αλήθεια είναι ότι θα θέλαμε να τη δούμε όλη, οπότε επιφυλασσόμαστε για επόμενη εξόρμηση.
Ξεκινήσαμε τις καταβάσεις κάνοντας βουτιές όπου μπορούσαμε, με τα βράχια να γλιστράνε κι εδώ πάρα πολύ και το νερό ήταν αρκετά κρύο και καθαρό. Κι εδώ οι αγκυρώσεις είχαν ελλείψεις και ζημιές, αλλά τα καταφέραμε. Είχαμε και θεατές που ανέβαιναν από το μονοπάτι που διασταυρώνει την κοίτη με γεφυράκια δυό-τρείς φορές. Για τελευταία μέρα αυτό το μικρό φαράγγι είναι πολύ καλή επιλογή, μιας και χρειάζονται και τρείς-τέσσερις ώρες για τον γυρισμό στην Αθήνα. Φάγαμε, σε ταβερνάκι αυτή τη φορά και ξεκινήσαμε γεμάτοι από τις πλούσιες εικόνες του τριημέρου.