Με το μικρόβιο της περιέργειας να χτυπάει κόκκινο, ξεκινήσαμε από Αθήνα ο Τάκης Καπλαντζής, ο Παναγιώτης Γεωργίου κι εγώ, συναντήσαμε τον Γιώργο Εξηνταβελώνη στη Μεγαλόπολη και φτάσαμε στο σπήλαιο κοντά στο χωριό Κοσμάς για τη συνέχιση της εξερεύνησης της προηγούμενης Κυριακής.
Τα πρώτα 100 μέτρα στα οποία ήταν ήδη τοποθετημένα τα βύσματα, βγήκαν γρήγορα, κατεβήκαμε τη μικρή σάρα και ξεκινήσαμε για πιό κάτω από τη δυτική πλευρά της διάκλασης που φαινόταν ότι υπάρχει το μεγαλύτερο βάθος. Στο σημείο αυτό οι μετρήσεις έδειξαν κάπου 110 μέτρα.
Μια πολυπληθής οικογένεια νυχτερίδων που συναντήσαμε στην κατάβαση, έδειξε την ενόχλησή της στους παρείσακτους και προσέξαμε όσο μπορούσαμε να είμαστε διακριτικοί, ωστόσο όταν επιστρέφαμε είχε βγεί για τη βραδινή της έξοδο συμβάλλοντας στην οικολογική ισορροπία της περιοχής.
Συνεχίσαμε με τα κάθετα τοιχώματα να στενεύουν σε κάποια σημεία, αλλά όχι τόσο ώστε να μας δημιουργηθεί πρόβλημα, περάσαμε μία ακόμη ίδια περίπου σάρα και τα διαδοχικά κάθετα τοιχώματα μας οδήγησαν κάπου στα 190 μέτρα σε πατάρι με μιά ακόμη κατάβαση.
Καταλήξαμε σε αίθουσα που δεν υπάρχει περαιτέρω συνέχεια με όμορφο διάκοσμο, λευκά και μαύρα σπηλαιοθέματα, κολώνες, γλυφές και κουρτίνες όπου η χαρτογράφηση έδειξε -214 από την επιφάνεια.
Πολύ ευχαριστημένοι που βρήκαμε και εξερευνήσαμε το πρώτο μας 200άρι, ξεκινήσαμε για πάνω.
Η δυτική μας όδευση μας οδήγησε προς τα έγκατα ενός υψώματος 1400 περίπου μέτρα, ενώ η είσοδος του σπηλαίου βρίσκεται στα 1330. Μένει τώρα να εξερευνήσουμε και την Ανατολική πλευρά που κατευθύνεται προς το πρανές του υψώματος, για να λύσουμε και τις τελευταίες απορίες μας για τη δομή αυτής της διάκλασης.